Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

Επιτυχία της Χρονιάς

 Απολαμβάνω μια δροσερή Grolsch σε μια καυτή παραλία, είναι πρωί και μόλις αναπαύτηκα από μια ξέφρενη βραδιά με άφθονο αλκοόλ, αύθονο σεξ και αύθονη νεκροβασία!!!

Κάθομαι σε μια ξαπλώστρα και ο ήλιος δεν έχει περάσει τη γραμμή των οριζόντων. Δίπλα μου κείτεται νεκρικά ικανοποιημένη η συμβία μου των τελευταίων 3 νυχτών....Λίγα πράγματα με ενδιαφέρουν τώρα. Μια πρόσφατη αυτοκτονία, ένας πόλεμος, ο θάνατος μιας Ζωντανής Ψυχής και το αγαπημένο μου ζώο.

Θέλω να κάνω κάτι πιο άγριο.
Ζει κανείς ή θα πρέπει να ξεφτιλίσω κάτι ζωντανό για να αντιδράσετε;



Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2013

Ο Σάκος του Kaboso

 Ήμέρες γιορτών και πριν αρκετές ώρες, περίπου 16, αποφάσισα να φύγω από 'κει που βρισκόμουν και να κατευθυνθώ αηδιασμένος στα διαμερίσματά μου στην Κόλαση γιατί δεν μπορούσα να κουνηθώ απ΄τα γέλια βλέποντας τόσους γελοίους να προσπαθούν να σώσουν την σάπια ύπαρξή τους από τα κατάστιχα και τις λίστες του Πρώτου Τιμωρημένου Πεπτωκότα στον Κήπο των Βασάνων.
Ανθρωπίδια, απόγονοι μηδενικών, που χάρην εορτών ελπίζουν με αγαθοεργίες να μην ουρλιάζουν αιώνια στα κελιά των δαιμόνων.

   Στο προηγούμενο γραπτό μου σας είπα πως δημιούργησα τη Μεσόγειο θάλασσα. Σε αυτό θα σας μιλήσω για το πως ετοιμάζω σωστά το ταξίδι μου και τι.....βάζω στο Σάκο μου....

Ανοίγοντας με βία το φερμουάρ, βλέπει κανείς τις τρεις καπαρντίνες μου, την Μαύρη, τη Σκοτεινή και την αγαπημένη μου, την Αόρατη Τη Νύχτα. Όλες διπλωμένες σε κουβάρι και δεμένες με τις ασορτί αλυσίδες τους για να με κρύβουν από το λαιμό ως τον αστράγαλο τη νύχτα, όπως κρύβεται η σύφιλη στο μουνί μιας....φαινομενικά μικρής και αθώας κοπέλας!!!
   Κάποτε, φορώντας τη Σκοτεινή, παραφυλούσα τον Davy Jones στο νησί του, περιμένοντας την κατάλληλη ευκαιρία να του επιτεθώ και να τον σφάξω. Ο δαίμονας αυτός, όσο ήταν ακόμα ζωντανός, είχε κάνει συμφωνία με τα Έγκατα να καταστρέφει και να λεηλατεί με το τσούρμο του κάθε πλοίο που θα βρισκόταν στο διάβα του. Του δώσαμε παραπάνω και απέκτησε στόλο με πληρώματα Απέθαντων. Εμπλουτίσαμε την ψυχή του, δίνοντάς του μαγεία και ικανότητες δικές μας, κάνοντάς τον ασύλληπτο από τους ναύαρχους που έστειλαν οι βασιλείς για να τον πιάσουν. Γινόταν άτρωτος, αόρατος, σήκωνε τα πλοία του στον αέρα, επικαλούνταν θηρία της θάλασσας και ισχυρούς ανέμους για να εξοντώνει τους εχθρούς του.
...με ένα-μικρό-αντάλλαγμα....
Όχι-όχι την μικρή και ασήμαντη ψυχή του...χααααα!! Αυτή ήταν ήδη δική μας εξ αρχής!!!
Του ζητήσαμε τις ψυχές των αιχμαλώτων του, σε συχνές τελετουργίες που γινόταν μια φορά το μήνα, στις Αζόρες, σε ένα ξεχασμένο λατρευτικό χώρο, στα ερείπια μέσα σε μια σπηλιά ενός Πρωτοδαίμονα, που μετά από μια μεγάλη απογοήτευση και μια, ακόμα χειρότερη καταστροφη, αποσύρθηκε σε τούτον τον τόπο ζώντας μόνο με σφάγια από ανθρωπόπαιδα-γόνους των πρωτόθεων.
   Ο Davy Jones για 100 χρόνια ήταν πιστός στη συμφωνία του κι εμείς τον κάναμε δυνατότερο. Χιλιάδες νεκροί σκλάβοι, από όλα τα σημεία της Γης βρέθηκαν να ουρλιάζουν στα Πεδία των Αθώων Σκλάβων, στο μέρος που ρουφάμε το Είναι από ψυχές που, υπό άλλες συνθήκες, δεν θα μας άνηκαν. Εκεί ετοιμαζόμαστε για την Τελική Μέρα.
   Όμως ο μικρός και άμυαλος Davy έμαθε τι σημαίνει αθώα ψυχή και θέλησε να κρατήσει για τον εαυτό του μια τέτοια δύναμη, κάνοντας τη θυσία στην Κούβα, ζητώντας τη βοήθεια του ντόπιου Loa. 
   Το προδοτικό πνεύμα βοήθησε να στηθεί ο βωμός μέσα στη ζούγκλα και κάλεσε τους μάγους του να μαζέψουν το κοντινό χωριό για να πάρει μέρος στην ιεροτελεστία που θα οδηγούσε στη σφαγή του, για χάρη του σύμμαχού του, του Jones.
   Αμέσως φόρεσα τη Σκοτεινή, έριξα απάνω μου τις βαριές αλυσίδες και όταν εμφανίστηκα στην σκοτεινή ζούγκλα, παραφύλαξα το loa στη φυλλωσιά ενός δέντρου και το περίμενα.
    Δεν πέρασε πολύ ώρα και το σκοτάδι άρχισε να ραγίζει γύρω του, από τη λευκή του νεκρολάμψη και πίσω του, ένας ιερέας-zombie κρατούσε το mojo του για να ετοιμάσει τη φωτιά.
Περνώντας κάτω από το δέντρο που παραφύλαγα, ξεθηκάρωσα το μαχαίρι του αγίου Ιούδα, που είναι δεμένο στη λαβή με το σχοινί που αυτοκτόνησε και κρατώντας το με τη λεπίδα να δείχνει προς τα κάτω, όρμησα σημαδεύοντας το κεφάλι του.
 Η πτώση ήταν σαν κεραυνός, αλλά από λάθος υπολογισμό χτύπησα το loa στον ώμο και η ορμή της πτώσης έκανε το Δαιμονικό μου Καβλί να λυθεί από τις αλυσίδες και να πέσει σαν βουνό πάνω στο κεφάλι του ιερέα-zombie κάνοντας τον κιμά, πολτοποιώντας τον μαζί με το περιεχόμενο του mojo του (αργότερα έκανα πολύ ωραία μπιφτεκάκια στο φούρνο με αυτόν τον "πιπεράτο" κιμά και ότι περίσσεψε το φύλαξα στην κατάψυξη για άλλη μέρα).
Πριν προλάβω να μαζέψω τον μακρύ ανδρισμό μου, το loa, αν και τραυματισμένο, εκτόξευσε τις αλυσίδες του απάνω μου. Με απίστευτη ταχύτητα έγειρα προς τα δεξιά προσπαθώντας να αποφύγω ένα τέτοιο άγριο χτύπημα, αλλά δυστυχώς με βρήκε πάνω στον τετρακέφαλο του ποδιού του Δαιμονόκαυλού μου.
Μαύρο αίμα και σπέρμα πετάχτηκαν, αλλά η ορμή της κίνησής μου ήταν τέτοια που, αν και τραυματισμένο σοβαρά, τυλίχτηκε σαν θηλιά χιαστί στο στήθος μου.
 Το προδοτικό πνεύμα άνοιξε το στόμα του και μια πράσινη φλόγα εκτοξεύτηκε εναντίον μου, φωτίζοντας το γύρω δάσος σαν σμαράγδι.
Η Σκοτεινή είναι όμως ποτισμένη να αντέχει στα στοιχεία της φύσης και αυτή ήταν μια επίθεσή από έναν προστάτη της.
Σφίγγοντας τα δόντια μου, αρπάζω το πεσμένο μαχαίρι του αγίου Ιούδα, τείνοντάς το εναντίον του και τινάζομαι κατά πάνω του, πετυχαίνοντάς το κατευθείαν στο λευκό και βαμμένο με σύμβολα μέτωπό του ακινητοποιώντας το ακαριαία. Η μαλακή, σάπια, πνευματική του σάρκα στο κρανίο του φάνηκε αστραποβολώντας καθώς στριφογύριζα με ζωώδη βία το μαχαίρι μέσα του, καταριώμενος για τις ψυχές που μου άνηκαν διακαιωματικά. Σάλια έτρεχαν με μανία ακόμα και μετά που το εξαΰλωσα και πλέον κατακρεουργούσα, τυφλός από μίσος, ακόμα και κορμούς δέντρων.

Αργότερα βρήκα τον Jones σε μια καλύβα μέσα στο δάσος να βιάζει μια νεαρή παρθένα και γύρω του μια βαμμένη πεντάλφα από τριμμένο χαλκό και θειάφι, ενώ στα αποστεωμένα του μάγουλα έσταζε αίμα από χαρακιές-σύμβολα προστασίας από την οργή των ομοίων μου.
Πίσω μου έχασκε η είσοδος της καλύβας και πεταμένη σε κομμάτια η πόρτα της, βαμμένη πράσινη με χαράγματα της τοπικης sagrada.


Δεν πρόλαβε καν να με δει...


Του έσκισα το λαιμό με τα ίδια μου τα νύχια και αφού ρούφηξα όλη του τη νεκροζωή και τις δυνάμεις που με αυτές τον είχαμε δωρήσει, του κάρφωσα το κρανίο με το ίδιο μαχαίρι και συνέχισα, με το αίμα ακόμα να στάζει στα χείλη μου, να βιάσω εγώ με τη σειρά μου το μικρό, νεκρό κορίτσι που από τύχη έχασε τη ζωή του, όταν από τη μανία μου το μαχαίρι διαπέρασε το κρανίο του πειρατή και καρφώθηκε στο πίσω μέρος του λαιμού της.

 Ήταν πολύ γουστόζικη φάση και δεν θα την ξεχάσω ποτέ!!!


Ψάχνοντας λίγο περισσότερο το Σάκο μου, βρίσκω ένα μπουκάλι από το ελιξήριο των θεών!!!
Το υγρό που φτιάχτηκε στις πρώτες λάμψεις σκότους του σύμπαντος και απέκτησε δύναμη στο πρώτο σκότος λάμψης της δημιουργίας.
Το ποτό της εκεχειρίας με τις δυνάμεις του αντιπάλου, αυτό που ο Μέγας Σκοτεινός πίνει αντικρυστά με τον σωτηρα θεάνθρωπο κάθε 5.000 χρόνια και εμείς οι κοντινοί του πρόσωπο με πρόσωπο με τους αρχαγγέλους. Απέναντί μου πάντα βρίσκεται ο κατάπτυστος Μιχαήλ και μόνο μαζί του τσουγκρίζω το κύπελό μου φωνάζοντας "και στον τάφο σου θα πίνω Jack Daniel's" και μου απαντάει "εντάξει, αλλά πες της αδερφής σου να σταματήσει να το πιπιλάει απ' το μπούτσο μου γιατί δεν κάνω κεφάλι".

Λίγο πιο 'κει, ένας δονητής που δεν ξέρω πως βρέθηκε....εργαλεία για άμβλωση...μπαταρίες δονητή, γράμματα που ξεκινάνε με "Dear Satan's Claws", σανδάλια με ραμμένες κάλτσες, μια μπλε οθόνη, φωτογραφίες από swager-parties, τσίχλες νικοτίνης, σκληροί δίσκοι με παιδικό πορνό, ένα δεξί παιδικό μουνόχειλο (κολατσιό), σαπούνι φυλακής, κλεμμένα ξυπνητήρια Δευτέρας Για Δουλειά, ποοοοολλά ναρκωτικά, ταινίες κουλτούρας, επενδυτικά προγράμματα, μια μπαταρία Prius, ένα καλάσνικωφ για αναμνηστικό στο μεγάλο εφευρέτη που πέθανε κι ένα μπουκαλάκι νερό για όταν διψάσω!!!      





Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013

Μεγάλες στιγμές της Ιστορίας


 Πολλοί, φλύαροι και αδαείς, παριστάνουν τους δαίμονες, λέγοντας πως δεν γεννήθηκαν, αλλά τους ξέρασε η κόλαση, έπεσαν φλεγόμενοι από τα ουράνια, νεκραναστήθηκαν και ούτω καθ' εξής, για να τραβήξουν την προσοχή του κόσμου. Ενός κόσμου που αρχικά τυφλώνεται από την ψευδή λάμψη ενός άχρηστου εκτοπλάσματος που το νευρικό του σύστημα κατάφερε μια φορά να κάνει μια έξυπνη σύναψη και ο εγκέφαλός του πέτυχε να πει κάτι λιγότερο άθλιο από το μέσο πρόβατο.
Η συνέχεια όμως αποκαλύπτει ότι είναι εξίσου άχρηστος με τους υπόλοιπους και η "λάμψη" του σβήνει καθώς ο επόμενος ακαλλιέργητος επιχειρεί μια -τυχαίως- επιτυχημένη λοβοτομή στον ήδη εξουθενωμένο εγκέφαλο σας.

Εγώ είμαι αιώνιος και γεννήθηκα από τα σπλάχνα γυναίκας -όχι συνηθισμένης όπως θα μάθετε αργότερα-....έπαθα και πόνεσα και μίσησα μέχρι που το σάπιο κουφάρι μου πλάστηκε σιγά-σιγά να αντέχει και το μυαλό μου να κατεργάζεται ακατάπαυστα τρόπους δημιουργικής καταστρόφησης.
Από την παλιά μου ζωή κράτησα πολύ λίγα. Η νεκρολάμψη μου καίει ασταμάτητα και η ύπαρξή μου σηματοδοτεί....Μεγάλες Στιγμές Της Ιστορίας!!!   


Περίπου....πολλές εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια πριν, μικρό δαιμονούδι τότε, λυμαινόμουν το βουνό που πλέον είναι το νησί Μάλτα. Ήταν οι εποχές που οι άνθρωποι δεν είχαν ακόμα εμφανιστεί και μόνο οι νέοι πρωτόθεοι γυρνούσαν τις άγριες ερημιές των βουνών, τις απεραντοσύνες των πεδιάδων, και τα βάθη των αρχαίων λιμνών δημιουργώντας ακατάπαυστα νέα πράγματα, ντυμένοι πάντοτε σαν υποψήφια θύματα βιασμού.

   Οι σπηλιές όμως ήταν κάτι δικό μου και μετά τον τελετουργικό ακρωτηριασμό ενός, εξίσου με εμένα, αυθάδη πρωτόθεου και τον κατασπαραγμό της πράσινης δειλής του καρδιάς, κανένας από τους πρώτους αθάνατους δεν τολμούσε να μπει σε κοίλωμα βράχου.
Οι σπηλιες ήταν ο καμβάς μου και εκεί δημιουργούσα τα αποτρόπαια αριστουργήματά μου, παίζοντας με τις ζοφερές αντανακλάσεις του ήλιου και τις θανατηφόρες αναθυμιάσεις της Γης.
 Σταλακτίτες...σταλαγμίτες...απύθμενες λίμνες...ρωγμές...παγίδες σε βράχους...δαιδαλώδη μονοπάτια...θάλαμοι αερίων, ήταν τα "χρώματα" με τα οποία είχα στολίσει τα κοιλώματα. "Ο εκδαιμονισμός της Πλάσης", έτσι είχα ονομάσει εκείνη την περίοδο και οι γκαλερί μου έκαναν θραύση σε όλο το εύρος της προϊστορικής Ευρώπης.
  Πολλά ζώα είχαν χάσει τη ζωή τους στις παγίδες μου και τα φαγωμένα κουφάρια τους ήταν τρόπαια της ακόρεστης πείνας μου. Το αίμα τους, νερό στη δίψα μου και τα κόκαλά τους, στολίδια, περασμένα μέσα στο κρέας μου. Ένας καλλιτέχνης πρέπει να τρώει από την Τέχνη του, να πίνει από την Τέχνη του και να ντύνεται με τις τελευταίες τάσεις της φρίκης που δημιουργεί. 

Βρισκόμενος στην Μάλτα, δεν έκανα εξαιρέσεις. Η Βαλέτα, η τωρινή πρωτεύουσα της, ήταν κέντρο διερχόμενων σαυρογιδίων κι ερπετοπροβάτων που αποτελούσε την αγαπημένη τροφή και σεξουαλική εκτόνωση των πρωτόθεων (εννοείται ότι πρώτα τα βίαζαν και μετά τα σκότωναν, χάνοντας έτσι την απόλαυση της νεκροκτηνοβασίας).
Εγώ απεχθανόμουν αυτού του είδους την τροφή, γιατί έχω δυσανεξία στην Πασχαλίνη, μια ουσία που είχαν τα ζώα που επρόκειτο να αποτελέσουν συμβολισμούς στα χριστιανικά βιβλία και μου προκαλεί καούρες, εμετούς και ένα έντερο που κλάνει "αληλούια" σε όλη τη βυζαντινή κλίμακα
Τα σκότωνα και γαμούσα όμως άνετα γιατί είχαν ωραίο κωλο και η κοπριά που έμενε στην ουρά τους, μου γαργαλούσε ευχάριστα το δαιμονικό Καβλοκέφαλο.
Σύντομα όμως τα σπήλαια τις Μάλτας τελείωσαν και δεν μου έμενε τίποτε άλλο από το να εγκαταλείψω το βουνό και να μετακινηθώ. Ο δρόμος του Νότου μου φάνηκε μια καλή επιλογή.

   Φτάνοντας στους πρόποδες, ανακαλύπτω ένα τεράστιο ανεξερεύνητο σπήλαιο και απ' έξω έβοσκε ανέμελα ένα από τα τελευταία κοπάδια κερασφόρων αγελαδόσαυρων (οι άνθρωποι τα ονόμασαν "τρικεράτοπες"), που η πρόσφατη παγετωνική εποχή είχε σπρώξει νότια για να επιβιώσει.
   Η ανίερη χαρά μου ήταν ανείπωτη, γιατί η σπηλιά έχασκε τεράστια και ανεξερεύνητη, σαν πύλη της Κόλασης, έτοιμη να δεχτεί τον σφοδρό καταιγισμό της Τέχνης μου, αλλά και συνάμα οι αγελαδόσαυροι αποτελούσαν την αγαπημένη μου κτηνοβασία:
Τεράστια ζώα με χυμώδεις τρύπες, αλλά ακατόρθωτα να τα σκοτώσεις συμβατικά, καθώς τα γαμψά μου νύχια δεν μπορούσαν να διαπεράσουν το χοντρό τους λαιμό και να εισχωρήσουν στο νεύρο και την αρτηρία για έναν επικό φόνο.
Αναγκαζόμουν να τα πηδάω ζωντανά και να τους τρυπανίζω θανατηφόρα τον εγκέφαλο με μια τελική διείσδυση που τους γέμιζε τους νευρώνες με κρύο ζωοκτόνο σπέρμα. 
Το κρέας κάτω από τα λέπια τους ήταν μαλακό σαν έμβρυο.

   Σε αργή κίνηση αρχίζω να τρέχω προς το κοντινότερο με τα χέρια ανοιχτά, με χαμόγελο συγκινητικής λαχτάρας (δάκρυα-λαμπερά διαμάντια να τρέχουν στα χλωμά μου μάγουλα), το γρασίδι να ανεμίζει απαλά στο φρέσκο καλοκαιρινό αεράκι σαν κύμα, καθώς το δαιμονικό μου Καβλί χτυπούσε δεξιά-αριστερά στα γόνατά μου καθώς ανυψώνονταν σαν ακόντιο στο άλμα εις ύψος.
Με ένα τελικό άλμα -πάλι σε αργή κίνηση από πλάγια κάμερα- έμοιαζα σαν μια τεράστια παλάμη με κωλοδάχτυλο έτοιμη να εφαρμόσει βεντούζα μέσα στον προϊστορικό πρωκτό του τεράστιου φυτοφάγου....ώσπου...
Μια λάμψη και μια ριπή ισχύος με χτύπησε κατευθείαν στο μπούτι του Δαιμονόκαβλου, βγάζοντάς με εκτός στόχου και βρίσκομαι κολλημένος σαν απολίθωμα φτέρης πάνω στο προϊστορικό κωλομέρι του ζώου με το καβλί μου να του έχει διαπεράσει το νεύρο του ποδιού και το ζώο πληγωμένο να κωλοκάθεται με όλους τους τόνους του πάνω στο κορμί μου.

   Από τον πόνο και την οργή μου το εξαΰλωσα από πάνω μου, μετατρέποντας το σε απανθρακωμένη ανάμνηση.
 Η άγρια νεκρολάμψη μου με κάλυψε και αιωρήθηκα όρθιος για να βρω τον υπαίτιο. Τα μάτια μου σφίχτηκαν και οι κυνόδοντες στα αριστερά του στόματός μου έφτυσαν ένα "ποιός θρασύς ζητά τον Χάρο;".
Τα μάτια μου αντίκρυσαν έναν θηλυκό προτόθεο να στέκεται λίγα μέτρα χαμηλότερα από 'κει που βρισκόμουν, με μάτια σκοτεινά σαν την ψυχή του Έκπτωτου, μέσα στο Έρεβος του Μαρτυρίου, λίγες στιγμές μετά το Διωγμό του.
Η υπόλοιπη ήταν ένα πλάσμα με θαυμάσιες καμπύλες, ντυμένη στο γεωμέταλο, με μαλλιά λευκά, κρατώντας ένα κοντάρι δεμένο με λουριά στο χέρι της και από τους σφιγμένους της κυνόδοντες μου έφτυσε ένα "δεν μπορείς να με συστησεις στον αδερφό μου βρωμιάρη".
Χωρίς να το θέλω, το χέρι μου σφίχτηκε για μια στιγμή και μια ακούσια κίνηση του μυαλού μου εξαπόντησε χίλιες νεκρολάμψεις δαιμόνων από τον Τελικό Κύκλο κατευθείαν πάνω στο κεφάλι της.
Για μια στιγμή φοβήθηκα ότι αθέλητα τη χτύπησα τόσο δυνατά που δεν θα έβρισκα ούτε την ψυχή της να σφαγιάσω.

Προς μεγάλη μου έκπληξη, όχι μόνο είχε επιβιώσει, αλλά είχε καταφέρει να αντιστρέψει το χτύπημα και να το φάω όλο στη μούρη. Χτύπησα τα χέρια μου με χαρά, ή τουλάχιστον προσπάθησα, καθώς σηκωνόμουν απ' το χώμα μετακινώντας τους βράχους που είχαν πέσει πάνω μου και μια κάμπια που είχε χέσει στο στόμα μου, κρατώντας τα πλευρά μου από τον πόνο.
   
Πριν προλάβω να συνέλθω εντελώς, χτυπάει το πόδι της στο έδαφος κι ένα τεράστιο θαμμένο κόκαλο ξεπροβάλει από κάτω μου και τρυπαει το στήθος του Δαιμονόκαβλου, περνώντας ξυστά απ' την καρδιά του. Το κορμί του σπάραζε και μαζί του κι εγώ καθώς απ' το στόμα του έφτυνε μαύρο αίμα και σπέρμα. Με μια λέξη μου εξαϋλώνω το κόκαλο και γιατρεύω την πληγή πριν προλάβει να με ξαναχτυπήσει.
Μια σκέψη μου έκανε το αίμα μου να κυλησει τόσο γρήγορα μέσα μου που κατάφερα να σταματήσω σχεδόν το χρόνο.
Εξαφανίστηκα και αμέσως επανεμφανίστηκα πίσω της, διαπερνώντας με την παλάμη μου την πλάτη της για να αρπάξω την καρδιά της και να τη συντρίψω, στραγγίζωντας τη ζωή της σαν σφουγγάρι στα χέρια μου, όμως....κενό...
Ξαφνικά εξαφανίστηκε έχοντας αφήσει το χέρι μου σπασμένο σε χιλιάδες κομμάτια.
"Κανένας δεν αγγίζει τα ζώα μου" είπε και εμφανίστηκε μπροστά μου στο αέρα να ορμά με το κοντάρι της κατευθείαν προς το κεφάλι μου.

Μετά δεν θυμάμαι πως βρέθηκα στη σπηλιά.
 Άνοιξα τα μάτια μου και έβλεπα θολά αστεράκια και πτερόσαυρους να κάνουν καρουζέλ στο κεφάλι μου.
Δίπλα μου αυτή, να έχει στήσει φωτιά και σε μια κατσαρόλα να ψήνει φρέσκο μπούτι αγελαδόσαυρου.
Πετάχτηκα αφηνιασμένος φωνάζοντας: "πώς τολμάς να καταστρέφεις ένα τόσο υπέροχο κομμάτι με ένα τέτοιο σκληρό και άνοστο τρόπο;;; Όλοι ξέρουν ότι το μπούτι αγελαδόσαυρου θέλει να το κόψεις σε εσκαλόπ και να τα αφήσεις  δυο ώρες σε μαρινάδα σάπιου χυμού σταφυλιού με πιπέρι και ρίγανη. Τα τυλίγεις σε φύλλα μπανανιάς και τα θάβεις σε κάρβουνο. Σε τρεις ώρες γίνεται τέλειο."
 Το θηλυκό γύρισε προς το μέρος μου, κοιτώντας μια εμένα και μια τα μεταλικά δεσμά που με είχε τριπλοδέσει και είχα σπάσει πάνω στο θυμό μου, έκανε μια γκριμάτσα αδιαφορίας και συνέχισε το ψήσιμο.
Καθίσαμε και φάγαμε και αργά η σιωπή έγινε συζήτηση και η συζήτηση έγινε πλάκα και βρεθήκαμε αγκαλιά έχοντας σκάσει στα γέλια με μια ιστορία που της είπα για μια μαϊμού που είχε κατασκευάσει ένα δεντρόσπιτο με τέσσερα δωμάτια και το 'παιζε αστός.
Ένας μαύρος έρωτας ανθιζε σαν σαπιολούλουδο πάνω σε πτώμα.
Παράτησε τους αγελαδόσαυρους. Παράτησα την κτηνοβασία και αφιερωθήκαμε ο ένας στον άλλον.
Γυρίζαμε από σπηλιά σε σπηλιά, κυλιόμασταν στη λάσπη, την κολλούσα πάνω στους τοίχους βρώμικη και της παραβίαζα το αβυσσαλέο μουνί χωρίς έλεος, αφήνοντας με τα χέρια μας αποτυπώματα πάνω τους. Στις καλλιτεχνικές μας ώρες ζωγραφίζαμε τα άγρια κυνήγια ζώων που κάναμε και ενώναμε σατανικά και θεϊκά σύμβολα σαν μια ανίερη συμμαχία που θα συνέβαινε αργότερα μόνο στα παραμύθια.
Και ξανά άγριο ξέσκισμα στα τέσσερα μέσα στον απύθμενο κώλο της ψάλλοντας ωδές στον Ερεβώδη Άρχοντά μου, όσο αυτή φώναζε αντιξόρκια ζητώντας την προστασία των αρχαγγέλων.
Μετά με έβαζε κάτω με βία, με καβαλούσε, βυθίζοντας τα νύχια της στο στήθος μου, διοχετεύοντας ουράνια ενέργεια μέσα μου για να με αλλάξει και σφίγγοντας τα μουνόχειλά της σαν Συμπληγάδες πάνω στο Δαιμονόκαυλό μου. Κάθε όμως βύθιση δικιά μου τη συνόδευα με έναν σκοτεινό ψαλμό στο Μαύρο Πρώτο που έδιωχνε το φως.

   Έτσι πέρασαν γρήγορα χίλια και δυο χιλιάδες χρόνια και άξαφνα...τα ζώα της την κάλεσαν πίσω γιατί πέθαιναν.
Με παράτησε αμέσως, λες και δεν είχε συμβεί τίποτα μεταξύ μας. Λες και δεν είχαμε συνταράξει τη Γη. Λες και το Αδιανόητο δεν είχε συμβεί ποτέ.
Δεν θα μπω σε λεπτομέρειες, ούτε καν στο περιστατικό με την Μέση Επίκληση Ουράνιου Σώματος και την Μεγάλη Καταστροφή.

 Η σκληρή καρδιά μου έπρεπε να εκδικηθεί την απώλεια. Μέχρι τότε δεν είχα ζυγίσει πόσο κοστίζει μια ψυχή. 
Το έκανα τότε και αδιαφόρησα για το αποτέλεσμα.
         
Τα μάτια μου ξαναέλαμψαν λουσμένα στο μαύρο φως και αιωρήθηκα με μεγάλη ταχύτητα ανάμεσα στην Ιβηρική Χερσόνησο και την Αφρική, εκεί που ένα μεγάλο τείχος υψώνονταν και κρατούσε τα νερά του Ωκεανού από το να ξεχυθούν στις κοιλάδες χαμηλά.
Αυτό έπρεπε να κάνω. Θα κατέστρεφα όλη την κοιλάδα και μαζί τα άθλια ζώα της καταραμένης πρωτόθεας που ζύγισε τα ζώα της παραπάνω από μένα. Αυτής που με παρέσυρε σε ανίερο έρωτα με τον εχθρό και μετά προτίμησε τα άθλια μηρυκαστικά από ΤΟ ΥΠΕΡΤΙΤΑΝΙΟ ΚΑΤΑΜΑΥΡΟΚΑΥΛΟ ΜΟΥ.

Αν αυτή είναι αθάνατη, τα άθλια σαρκία των προστατευόμενών της δεν είναι.

Τινάχτηκα με δύναμη βουτώντας στο νερό και άρχισα να πηγαίνω γρηγορα και κατά μήκος του τοίχους βρίζοντας ψαλμούς με όλη μου τη δύναμη. Η ύπαρξή μου είχε αφιερωθεί στην καταστροφή του. Το μαύρο μου αίμα τίναζε το σώμα μου και κάθε υποβρύχια κραυγή ήταν και μια ρωγμή στα σπλάχνα του βράχου. Ο πόνος μου δεν σταματούσε, αλλά κάθε κίνηση της πέτρας γιάτρευε την ψυχή μου.

Και τότε συνέβει το πολυπόθητο:
Μεγάλα κομμάτια αιώνιας πέτρας, καταπονημένα από τις ωδές μου και πιεσμένα στο πέρασμα του Χρόνου και του Ωκεανού, ξεκόλλησαν και άρχισαν να ξεχύνονται μανιασμένα από την άλλη πλευρά. 
Πετάχτηκα ξανά στον αέρα και άρχισα ν' απολαμβάνω το θέαμα.
Είχα δημιουργήσει τη Νέμεση της προδοτικής της ψυχής και είχα κατασκευάσει το μεγαλύτερο καταρράχτη του κόσμου, τόσο μεγάλου που έκανε τον μετέπειτα Νιαγάρα να μοιάζει με αστείο.

Ήταν θέμα χρόνου μέχρι τα νερά να φτάσουν στο βουνό της Μάλτας και να πνίξουν τα ζωντανά της πτώματα....βασικά ήταν θέμα χρόνων....πολλών χρόνων, περίπου 4,5 χιλιάδων χρόνων μέχρι να γεμίσει όλη η Μεσόγειος με νερό.
Αρκετός χρόνος για να ξεφύγουν, αρκετός χρόνος για να τα περιμένει όλα μαζί ο θάνατος σε μια ρωγμή της Γης που υποχώρησε και τα γκρέμισε σε ένα υπόγειο σπήλαιο, κάπου στη Γαλλία.
Την Κυρά τους δεν την ξαναείδα ποτέ.


Μεγάλες Στιγμές Της Ιστορίας!!!