Η νυχτα επεφτε ζεστη και υγρη εκεινο το καλοκαιρινο βραδυ και ο αναβολικος μας φιλος περπατουσε στα στενα της μεγαλουπολης βιαστικα, ιδρωμενος αλλα χαρουμενος γεματος ανυπομονησια να γυρισει στο σπιτι.
Παει καιρος που ειχαν πεθανει οι γονεις του και η μονη οικογενεια που του ειχε μεινει ηταν αυτη η μπεμπα που ειχε σωσει ενα μεσημερι, σαν σημερα πριν 18 χρονια.
Σημερα ηταν τα γενεθλια της λοιπον.
Δεν θα ξεχασει τη μερα που ανακοινωσε στους δικους του οτι ή θα επαιρναν το μωρο για υιοθεσια ή θα κατεδαφιζε την πολυκατοικια να πα να μενουν σε τσαντηρι, κι ετσι η μικρη εγινε οικογενεια.
Ειχε "μαμακο" (ετσι φωναζε τη μαμα)
Ειχε "παπακο" (ετσι φωναζε το μπαμπα)
Και ειχε και "παπακο2" (ετσι φωναζε τον Ξυλοκοπο οταν της ειπαν την ιστορια της)
Ο παπακ...οοοο Ξυλοκοπος ποτε δεν αντιμετωπισε τη Μικρη σαν αδερφη του. Το ισχυρο του ενστικτο τον καθοδηγουσε να την βλεπει και να την αγαπα σαν κορη και οταν -λιγα χρονια αργοτερα- εμαθε πως δημιουργουνται τα παιδια...ξερετε τωρα, αυτα με τα σεξ και τα πισωκολλητα και την εναλλακτικη χρηση του τσουτσουνιου και του πουλιου, επεσε σε βαθυ υπαρξιακο σοκ και αρνιοταν να κατουρησει για 3 μερες. Αδικα η καημενη του η κυστη τον απειλουσε σαν ταλιμπαν πως, αμα δεν της ανοιξει, θα ανατιναχτει εδω και τωρα, ξεφωνιζοντας "Αλλαχ Ουρα-κμπαρ". Τελικα με τα πολλα της ανοιξε και εκεινο το μηνα ειχαμε κατι υπερχειλησεις υπονομων, αλλα τιποτα ανησυχητικο.
Το μισησε το σεξ.
Αρνιοταν να δεχτει οτι καποιοι κατεβαλλαν τοσο χρονο και κοπο για να περασουν καλα και μετα παρατουσαν παιδια να πεθανουν.
Ομως ηταν ενα εντυπωσιακο παλικαρι που μαγνητιζε τα βλεμματα και υπο αλλες συνθηκες θα ηταν ενα περιζητητος πλεημποης, σαν αυτους που βλεπουμε στις ταινιες: ψηλος, στιβαρος, με τιτανιους μυες και καθηλωτικη γενειαδα.
Δεν ηταν λιγες οι φορες, γυρνωντας στο σπιτι, που ενιωθε ενα βαρος στα ποδια και ηταν καργιες γατζωμενες σαν χταποδια στα μπατζακια του να τον παρακαλανε για λιγο σεξακι και τοτε αυτος να παιρνει το φτυαρι να τις βαρα στα πλοκαμια να ξεβεντουζαρουνε.
Δεν ηταν λιγες οι φορες μετα το γυμναστηριο που καποιο φιλαρακι θα πεταγοταν "ρε φιλε τι θα γινει; ποτε θα βρεις κι εσυ εναν ανθρωπο να κανεις σχεση" και μετα αυτο το φιλαρακι βρισκοταν στα Επειγοντα με ριξη σπληνα και πολλαπλα καταγματα να κανει το φαραω απο τους γυψους πανω στο ραντσο.
Ειχε την κορη του και δεν χρειαζοταν κανενα αλλο στη ζωη του.
.........................................
Το μεγαλωμα της Μικρης δεν ηταν ευκολο.
Αυτο ηταν σιγουρο.
Καμια φορα ερχοταν στο σπιτι μετα το σχολειο και του ελεγε "παπακο σημερα ο Γιωργακης στο διαλειμμα μου ειπε οτι με αγαπαει" και την επομενη μερα βρισκανε το Γιωργακη αναποδα κρεμασμενο στο δεντρο, δεμενο σαν αρνι με μια ταμπελιτσα να λεει "θαιλο μαιταγραφει".
"Παπακο ο Νικος απο το Γ'3 μου ειπε να παμε για καφε στις 3" και ο Νικολακης δεν ερχοταν ποτε στο ραντεβου γιατι ηταν στο δημοτικο παρκο να μετραει ενα-ενα τα φυλλα του γκαζον αλλιως θα τον εβρισκε μεγαλο κακο.
Η Μικρη φυσικα και τον ειχε παρει χαμπαρι τι κανει και δεν του ελεγε τα πραγματικα γκομενικα της, αλλα εδινε στεγνα τους νταηδες και τα λοιπα μουνοπανα του σχολειου.
Τετοια ηταν η στρατηγικη του Ξυλοκοπου. Δεν της πιπιλουσε το μυαλο με τα Πιστευω του, αλλα προσπαθουσε να την προστατεψει εμπραχτα.
Παραλληλα φροντιζε να περναει χρονο μαζι της συζητωντας και φυσικα προσπαθουσε να της εμφυσισει την αγαπη για τα διακοσακιλα σε εικοσαρα μπαρα σκουατ και τη σημασια του Τετρακεφαλου στο συγχρονο Γιγνεσθαι.
-τον βλεπεις αυτον εκει;
-ναι παπακο
-πως σου φαινεται;
-μπαφαρισμενος κορμος κι απο κατω τα ποδια του ειναι ξυλακια. Σαν κοτοπουλο ειναι.
-μπραβο το κοριτσι μου.
Μαζι της ειχε ωριμασει και αυτος πιο γρηγορα απο οσο ισως επρεπε. Δεν ειναι αλλωστε πολλα τα παιδια που απο 15 χρονων αναλαμβανουν αυτοβουλα χρεη γονιου. Εβλεπε, πειραματιζοταν, μαθαινε. Την επαιρνε μαζι του στις φωτογραφικες του εξορμησεις και της εδειχνε τον κοσμο.
-παπακο μια παρατημενη τραβερσα διπλα σε μια κουραδα σκυλου
-ερχομεεεεε!!
Μεγαλωναν μαζι σε ενα ομορφο σπιτι που δεν του ελειπε η αγαπη, η ζεστασια και τα κατακορυφα πουσαπς με εικοσακιλα βαρακια στα ποδια και δεμενα ματια...με το ενα χερι.
Και τωρα βαδιζε τα σκαλοπατια που οδηγουσαν στην πορτα του, αυτο το υγρο καλοκαιρινο βραδυ.
................................
"Γκλινγκλον" (το κουδουνι)
"Παπακο ηρθες;;;;"
Μπροστα του στεκοταν η Μικρη με ενα καταπρασινο ολοσωμο φορεμα και τα μαλλια πιασμενα πλεξουδα να πεφτει στον αριστερο της ωμο. Τα ματια της ελαμπαν και μια τελευταια ηλιαχτιδα που αλητευε εκει κοντα την ειδε και λιποθυμησε με σπασμους πανω στο καπο ενος αυτοκινητου (ηχοι σπασιματος, στριγγλιγματα συναγερμων, ενα ασθενοφορο...).
Την αγκαλιασε απαλα και κρατωντας την απο τη μεση την απομακρυνε λιγο να την καμαρωσει.
"Σου εφερα κατι για τα γενεθλια σου" της ειπε και η γενειαδα του ανοιξε σαν κουρτινα και της προσεφερε ενα μεγαλο, κοκκινο κουτι, στολισμενο με ενα τεραστιο, χρυσαφενιο φιογκο.
Τον αγκαλιασε σφιχτα και του καρφωσε ενα ρουφηχτο φιλι στο μαγουλο. Επειτα πηρε το δωρο της και με τα νυχια της εκανε φετες το περιτυλιγμα.
Τι θα μπορουσε να ειναι;........
Η μικρη ηταν σιγουρη.
Ηξερε πολυ καλα με τι πονο της εδινε αυτο το δωρο. Ηξερε πως παρολο το γλυκο του χαμογελο, η καρδια του Ξυλοκοπου σπαραζε και χιλιαδες φορες, μεχρι εκεινη τη μερα πολεμουσε τον εαυτο του. Ηξερε, απο την πρωτη στιγμη που θα το χρησιμοποιουσε, οτι ο Ξυλοκοπος θα το μετανιωνε που το εδωσε.
Τον περιμενε μια πολυ δυσκολη περιοδος, αλλα δεν μπορουσε να της χαλασει το χατηρι.
Οχι αυτο.
To be continied